Θανατηφόρος ασθένεια αφανίζει πλατάνια της Μεσσηνίας

Θανατηφόρος ασθένεια αφανίζει πλατάνια της Μεσσηνίας

 

Δυσοίωνη είναι η πρόβλεψη των ειδικών επιστημόνων για τα πλατάνια της Μεσσηνίας, τα οποία από το 2003 έχουν προσβληθεί από την ασθένεια του μεταχρωματικού έλκους.

Από την εικόνα που έχει το Δασαρχείο Καλαμάτας, από τον Πάμισο και δυτικά έως την Κυπαρισσία, όλα τα πλατάνια έχουν προσβληθεί. Όποιο, δε, προσβληθεί, δεν έχει γιατρειά και είναι καταδικασμένο, ενώ ο ανθρώπινος παράγοντας έχει «βοηθήσει» καταλυτικά στην εξάπλωση της νόσου, όχι μόνο στη Μεσσηνία, αλλά και σε άλλα μέρη της Ελλάδας.

Το μεταχρωματικό έλκος του πλατάνου είναι η πιο καταστρεπτική ασθένεια δασικών δένδρων που βρίσκεται σε εξέλιξη αυτή τη στιγμή στη χώρα μας, ενώ τον κώδωνα του κινδύνου κρούει, μιλώντας στο «Θάρρος», ο καθηγητής, ερευνητής του Ινστιτούτου Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων του ΕΘΙΑΓΕ, Παναγιώτης Τσόπελας, ο οποίος έχει μελετήσει σε βάθος το πρόβλημα και τονίζει ότι τα μέτρα που έχουν ληφθεί, παρά τις παρεμβάσεις του, είναι ανύπαρκτα.

Το θετικό είναι ότι υπάρχει τρόπος για να γλυτώσουν τα πλατάνια, το ερώτημα είναι πόσοι θα κινητοποιηθούν και ευαισθητοποιηθούν σε αυτό τον αγώνα.
Αναπόφευκτος ο θάνατος
Σε πολλές περιοχές, εκατοντάδων τετραγωνικών χιλιομέτρων στη Μεσσηνία, δεν υπάρχουν πια πλατάνια. Στην περιοχή του Μελιγαλά δεν υπάρχει ούτε ένα! Το δε ΕΘΙΑΓΕ παλεύει τώρα την ασθένεια στην πανέμορφη περιοχή της Αγ. Θεοδώρας. Ορισμένα πλατάνια έχουν ήδη προσβληθεί και αυτά πλέον κόβονται και απομακρύνονται ή «σκοτώνονται», όπως λένε στη γλώσσα τους οι δασολόγοι. Ο φόβος τους είναι να μην «περάσει» η ασθένεια προς το νερόμυλο της περιοχής, γιατί, όπως τονίζει ο κ. Τσόπελας, τότε δε θα μείνει τίποτα.
Στην Πελοπόννησο η ασθένεια ήταν ήδη διαδεδομένη σε αρκετά σημεία της Μεσσηνίας, όταν διαπιστώθηκε για πρώτη φορά το 2003. Κατά τα επόμενα χρόνια, όμως, η επέκταση της ασθένειας πήρε εκρηκτικές διαστάσεις, ιδιαίτερα στα φυσικά οικοσυστήματα πλατάνου κατά μήκος ποταμών και χειμάρρων, με χιλιάδες νεκρά δένδρα.
Τι είναι, όμως, η ασθένεια του μεταχρωματικού έλκους του πλατάνου; Είναι μία ασθένεια που προσβάλλει τα πλατάνια και προκαλείται από ένα μικροσκοπικό μύκητα, που ονομάζεται Ceratocystis platani. Το παθογόνο αυτό αναπτύσσεται μέσα στο ξύλο των δένδρων και προσβάλλει τις ρίζες, τον κορμό και τα κλαδιά.
Ο θάνατος των δέντρων που προσβάλλονται είναι αναπόφευκτος. Ο μύκητας έχει τη δυνατότητα να νεκρώσει δένδρα οιουδήποτε μεγέθους και ηλικίας. Στην Πελοπόννησο και στην Ήπειρο τα νεκρά δένδρα από την ασθένεια είναι χιλιάδες.
Μέχρι το 2011 η ασθένεια είχε εντοπισθεί σε 4 νομούς της Πελοποννήσου (Μεσσηνίας, Ηλείας, Αρκαδίας και Αχαΐας) και σε δύο νομούς της Ηπείρου (Ιωαννίνων και Θεσπρωτίας). Δεν αποκλείεται, όμως, να υπάρχει και σε άλλες περιοχές και να μην έχει εντοπιστεί.
Στα αρχικά στάδια τα προσβεβλημένα πλατάνια εμφανίζουν μειωμένη βλάστηση, μικροφυλλία ή/και κιτρίνισμα των φύλλων. Στα μεγάλα δένδρα παρατηρούνται νεκρά κλαδιά, συνήθως στη μία πλευρά του δένδρου, ενώ στη συνέχεια η προσβολή επεκτείνεται και στα υπόλοιπα κλαδιά.
Σε μικρότερα δένδρα παρατηρείται ολική νέκρωση του δένδρου μέσα σε μία βλαστική περίοδο.
Στις εστίες προσβολής διακρίνονται συνήθως νεκρά δένδρα και δίπλα τους άλλα δένδρα, σε διάφορα στάδια προσβολής, με νεκρούς κλάδους και κιτρινισμένα φύλλα.
Στα προσβεβλημένα δένδρα που δεν έχουν νεκρωθεί ακόμα, όταν αφαιρεθεί ο φλοιός, παρατηρείται μεταχρωματισμός του ξύλου: εμφανίζονται λωρίδες χρώματος κυανόμαυρου έως καστανόμαυρου.
Με την ανθρώπινη «βοήθεια»
Ο μύκητας εισβάλλει στο δένδρο από πληγές στα κλαδιά, τον κορμό ή τις ρίζες. Συχνός τρόπος διασποράς της ασθένειας είναι με πριόνια, αλυσοπρίονα, τσεκούρια κ.λπ. που έχουν χρησιμοποιηθεί σε προσβεβλημένα δένδρα και στη συνέχεια σε υγιή.
Η ασθένεια μεταδίδεται, επίσης, με σκαπτικά μηχανήματα (μπουλντόζες, εκσκαφείς κ.λπ.) που χρησιμοποιούνται σε περιοχές με προσβολές και στη συνέχεια μεταφέρονται σε άλλες.
Σε κάθε εστία προσβολής, η ασθένεια μεταδίδεται υπογείως από τα προσβεβλημένα δένδρα στα γειτονικά υγιή, με την επαφή και αναστόμωση των ριζών τους.
Μέσα στα ποτάμια και τους χείμαρρους τα προσβεβλημένα δένδρα σπάζουν και μεταφέρονται με το νερό, δημιουργώντας νέες εστίες προσβολής.
Σύμφωνα με τον κ. Τσόπελα, όταν το 2003 η ασθένεια εντοπίσθηκε στη Μεσσηνία, τα μέτρα που ελήφθησαν ήταν ανύπαρκτα, με αποτέλεσμα σύντομα η ασθένεια να επεκταθεί σε Ηλεία και Αχαΐα. Το 2010 εντοπίσθηκε στην Ήπειρο και το 2011 στην Καρδίτσα.
Γιατρειά δεν υπάρχει, υπάρχει όμως πρόληψη. Όπως περιέγραψε ο κ. Τσόπελας, στον Αετό Μεσσηνίας ειδοποιήθηκαν έγκαιρα, «σκότωσαν» το πλατάνι που είχε προσβληθεί και σώθηκαν τα υπόλοιπα τεράστια πλατάνια της περιοχής.
«Υπάρχει τρόπος να σωθούν, ας μην τα αφήσουμε», τόνισε, κάνοντας αναφορά στον τεράστιο πλάτανο στον Άγιο Φλώρο, ο οποίος είναι άνω των 500 ετών και πρέπει να προστατευθεί. «Δεν πρέπει να τον κλαδεύουμε, δεν πρέπει να κάνουμε έργα κοντά του και να μη χρησιμοποιούμε μολυσμένα εργαλεία», συμβούλευσε σχετικά.
Μεγάλος αγώνας γίνεται αυτή τη στιγμή για να σωθούν τα πλατάνια στην Αγία Θεοδώρα, καθώς η ασθένεια έχει φτάσει και προσβάλει ορισμένα δέντρα.
Μέτρα
Για να προστατευτούν τα πλατάνια, πρέπει να αποφεύγουμε την υλοτομία, την κλάδευση και την με οιονδήποτε τρόπο πλήγωση των δένδρων, ιδιαίτερα σε περιοχές που έχει εντοπιστεί η ασθένεια.
Επίσης, να αποφεύγουμε την είσοδο μηχανημάτων και τις πάσης φύσεως χωματουργικές εργασίες σε περιοχές που φύονται πλατάνια.
Τα σκαπτικά μηχανήματα που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ή έχουν χρησιμοποιηθεί σε περιοχές με πλατάνια, θα πρέπει να πλένονται με επιμέλεια και να απολυμαίνονται. Επίσης, όλα τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται σε πλατάνια πρέπει να απολυμαίνονται πριν και μετά τη χρήση τους.
Για την απολύμανση εργαλείων μπορεί να χρησιμοποιηθεί ένα διάλυμα χλωρίνης 20% ή πράσινο οινόπνευμα ή φορμόλη 5%. Επίσης, εγκεκριμένα σκευάσματα με τεταρτοταγή άλατα του αμμωνίου (quaternaryammonium) ή orthophenylphenol μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την απολύμανση εργαλείων και μηχανημάτων.
Τα προσβεβλημένα ή τα νεκρά δέντρα δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Η υλοτομία και διακίνηση του ξύλου από τα δένδρα αυτά για καυσόξυλα ή οποιαδήποτε άλλη χρήση ενέχει τον κίνδυνο διάδοσης της ασθένειας σε νέες περιοχές και απαγορεύεται από τη νομοθεσία.
Εάν κάποιος παρατηρήσει δένδρα με ύποπτα συμπτώματα προσβολής, πρέπει να ειδοποιήσει τη Δασική Υπηρεσία ή τη Διεύθυνση Γεωργίας.
Κατά τον κ. Τσόπελα, για το θέμα αυτό έχουν κατατεθεί δύο ερωτήσεις στο Ευρωκοινοβούλιο, αλλά κανε
ίς δεν έχει κινητοποιηθεί, ενώ δεν έχει εγκριθεί ούτε ένα ευρώ για την προστασία του δέντρου. Αντίθετα, σε πολλές περιπτώσεις οι ενέργειες τοπικών αρχόντων συμβάλλουν στην εξάπλωση της ασθένειας, με το να χρησιμοποιούν μηχανήματα κοντά σε μολυσμένα δέντρα, χωρίς να λαμβάνουν προφύλαξη.
Όπως μας ενημέρωσε ο δασάρχης Καλαμάτας κ. Κατσίποδας, υπάρχει απαγορευτική διάταξη, η οποία – μεταξύ άλλων – προβλέπει πως σε μια ζώνη 100 μέτρων δεξιά και αριστερά των ρεμάτων με πλατάνια δεν πρέπει να γίνονται καλλιέργειες, ούτε να οργώνονται. Επίσης, για περιοχές που έχουν προσβληθεί, σε ζώνη 1000 μ. δεξιά και αριστερά να μη γίνονται καλλιέργειες και όργωμα χωρίς να έχει γίνει έλεγχος από τη δασική υπηρεσία και να τηρούνται όλοι οι κανόνες απολύμανσης εργαλείων και μηχανημάτων.
Της Βίκυς Βετουλάκη “ΘΑΡΡΟΣ” 11/03/2012