ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΜΑΡΔΑΚΙΟΥ

  Στις δυτικές πλαγιές του Ταϋγέτου κοντά στο χωριό Μεγάλη Αναστάσοβα (νυν Νέδουσα) του τέως Δήμου Αλαγονίας της επαρχίας Καλαμάτας βρίσκεται η ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΜΑΡΔΑΚΙΟΥ, που είναι γνωστή με το όνομα «ΤΟ ΜΑΡΔΑΚΙ».

 Το Μαρδάκι χτίστηκε στα μέσα του δεκάτου εβδόμου αιώνα (1640-1645) από τον Θεόδωρο Χανδρινό που καταγόταν από τη Σίτσοβα (νυν Αλαγονία). Ο Χανδρινός ήταν « μουσελίμης» δηλαδή κατώτερος διοικητικός υπάλληλος και τον αποκαλούσαν άρχοντα. Έχτισε το μοναστήρι «Σαυροπηγιακό» δηλαδή εξαρτώμενο απ’ ευθείας από τον Οικουμενικό Πατριάρχη. Λέγεται δε  το Μοναστήρι Σταυροπηγιακό γιατί στα θεμέλια του έχτιζαν «επήγνυον» ένα σταυρό που τον έστελνε ο Πατριάρχης.

Ο Θεόδωρος Χανδρινός προίκισε το Μοναστήρι με πολλά κτήματα και με το πλούσιο μετοχή του Γαρδικίου που το αγόρασε από κάποιον Οθωμανό με δέκα τέσσερις χιλιάδες (14000) γρόσια. Ο ίδιος έγινε μοναχός και έλαβε το όνομα Θεοδόσιος η δε εικόνα του με το σχήμα Μοναχού είναι ζωγραφισμένη στο νάρθηκα της Εκκλησίας του Μοναστηρίου.

Το «σιγίλλιον» δηλαδή το πατριαρχικό έγγραφο, με το οποίο ιδρύθηκε το μοναστήρι εκδόθηκε από τον εκ Βεροίας Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλο το Β! το 1639. Το σιγίλλιο αυτό το επαναλαμβάνει και το ανανεώνει το 1702 ο Πατριάρχης  Γαβριήλ ο Γ! με δεύτερο σιγίλλιο που στα κύρια σημεία του έχει ως εξής :

«Γαβριήλ ελέω Θεού Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ρώμης και Οικουμενικός Πατριάρχης.

Όντες θείον έργον και μακαριώτατον το οικοδομείν επ’ έργοις αγαθοίς και αείποτε τούτοις προσθήκας τινάς επινοείν και εργάζεσθαι ώστε επιπλέον το καλόν αυξάνεσθαι και στερεωτέραν την τούτου εδράζεσθαι παγιότητα……

Επειδή τοιγαρούν ενεφανίσθη ημών γράμμα συγιλιώδες παλαιγένές του ποτέ χρηματίσαντος Πατριάρχου Κυρ Κυρίλλου του εκ Βερροίας προ χρόνων ήδη εξήκοντα εγχάραμεν υπογραφαίς τε κατησφαλισμένος του αοίδιμου Πατριάρχου Ιεροσολύμων Κυρ Θεοφάνους και των τότε συνεδριαζόντων αρχιερέων, εν ω φαίνεται η κατά την επαρχίαν Μονεμβασίας πλησίον του χωρίου Μεγάλης Αναστάσεως εν τη τοποθεσία Μαρδάτζα Θεόδωρος τις μουσελίμης Χανδρινός λεγόμενος θείω ζήλω κινηθείς και βουλόμενος ανεγείρας εκ βάθρων και εξ αυτών θεμελίων μονύδριον εις όνομα τιμώμενον της Αγίας Θεοτόκου έλαβεν εντεύθεν Σταυρόν ιερόν πατριαρχικώ Σταυροπήγιω και πήξας εν τοις θεμελίοις αυτού κανονικώς Σταυροπήγιον Πατριαρχικόν είναι και ονομάζεσθαι εναπέδειξε….. Ούτως απεφηνάμεθα. Επί γαρ τούτω εγράφη και το παρόν της ημών μετριότητος Πατριαρχικόν συνοδικόν συγιλλιώδες και κυρωτικόν γράμμα και απεδόθη τω οσιοτάτω ηγουμένων του Πατριαρχικού και Σταυροπηγιακού μοναστηρίου της Υπεραγίας Θεοτόκου και εν τη τοποθεσία Μαρδάτζα λεγόμενη κείμενο και τοις εν αυτώ ασκούμενοις εν τη αυτή Μονή και τω παρεκκλησίω αυτής ιεροίς πατράσιν εις μόνιμον και διηνεκή την ασφάλειαν.

ΓΑΒΡΙΗΛ ελέω Θεού Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ρώμης και Οικουμενικός Πατριάρχης  αφβ  (1702) κατά μήνα Δεκέμβριον»

Τα δύο προηγούμενα σιγίλλια τα επαναλαμβάνει και ανανεώνει το 1798 ο Εθνομάρτυρας Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε!  με τρίτο σιγίλλιο που στα κύρια σημεία του έχει ως εξής:

« Γρηγόριος ελέω Θεού Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως νέας Ρώμης και  Οικουμενικός Πατριάρχης.

Όσα μεν κατά τους θείους θεσμούς και τους Ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες τυγχάνει διακυβερνώμενα πολλήν έχουσι την χαράν παρά Θεού και το έλεος μέγιστον………

Ως και περί του εν τη κατά την Πελοποννήσω επαρχία Μονεμβασίας ιερού και σεβάσμου Μοναστηρίου της υπεράγιας δεσποίνης ημών Θεοτόκου πλησίον του χωρίου Μεγάλης Αναστάσοβας, εν τη αυτόθι θέσει Μαρδάτσα και επικαλουμένου Μαρδάκι. Ενεφανίσθη γαρ ημίν Πατριαρχικόν συνοδικός σιγιλλιώδες γράμμα του αοιδίμου εν Πατριάρχαις Γαβριήλ περιέχον ότι ενεφανίσθη τότε παλαιόν σιγίλλιον Κυρίλλου του εκ Βερροίας και δηλοποιούν ότι Θεοδόσιος τις μουσελίμης Χανδρινός λεγόμενος εξ ιδίων αναλωμάτων ανήγειρεν εκ βάθρων το μοναστήριον τούτο και φέρων ανέθηκεν ημίν την σταυροπηγιακήν προστασίαν μετά του μετοχίου και παρεκκλησίου αυτού των Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού, Γαρδίκη επιλεγόμενου και μετά πάντων των κτημάτων και πραγμάτων αυτού. Εις ανακαίνισιν συν τούτων γράφοντες αποφαινόμεθα συνοδικώς ίνα το ρηθέν και σεβάσμιον Μοναστήριον μετά του μετόχου και παρεκκλησίου αυτού υπάρχει και λέγεται και παρά πάντων γινώσκεται ημέτερον σταυροπηγιακόν αδούλωτον ακαταπάτητον και όλως ανενόχλητον παρ’ ουτινοσούν προσώπου ιερομένου ή λαϊκού μνημονευομένου εν αυτώ κανονικού πατριαρχικού ονόματος έχον και το προνόμιον κατά πατριαρχικήν φιλοτιμίαν ώστε τον κατά καιρούς εν αυτώ ηγούμενος εις τας εορτασίμους ημέρας φορείν επ’ εκκλησίας μανδύαν προχειριζόμενον και πατερίτζαν…. Όθεν και εις ένδειξιν και διηνεχή την ασφάλειαν εγένετο και το παρόν ημέτερον πατριαρχικον και συνοδικώς σιγιλλιώδες γράμμα, καταστρωθέν και εν τω ιερώ κώδικι της καθ’ ημάς του Χριστού μεγάλης Εκκλησίας των εν αυτώ τούτο διορισμένω και εδόθη εις το ρηθέν Μοναστήριον. Εν έτι σωτηρίω Χιλιοστώ επτακοσιοστώ ενενηκοστώ ογδόω (1798) κατά μήνα Μάρτιο. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ελέω Θεού Αρχιεπίσκοπος Κων/πόλεως Νέας Ρώμης και Οικουμενικό Πατριάρχης».

Σιγά σιγά με διάφορες προσφορές και αφιερώματα άρχισε να μεγαλώνει η περιουσία του μοναστηριού, που ξεπέρασε τα όρια της περιοχής τους και έφθασε και μέχρι την Κωνσταντινούπολη, όπου το Μαρδάκη όπως καταγράφεται είχε μερίδιο σε τρία εργαστήρια. Το παλαιότερο αφιερωτικό έγγραφο είναι του 1669. Με αυτό κάποια Ζαφείρα αφιερώνει κήπους και  έπιπλα στο Μοναστήρι. Από το 1702 αρχίζει ο παλαιός κώδικας, όπου αναγράφονται τα αφιερώματα των κτημάτων. Το 1715 όλοι, οι  Ιερομόναχοι και Μοναχοί έγραψαν με τα ίδια τους τα χέρια στον κώδικα του Μοναστηριού τα ονόματα τους. Ήτανε δε έξι (6) Ιερείς και επτά Μονάχοι. Το κείμενο του κώδικα έχει ως εξής :

«1715 Γεναρίου 14.Ηθελήσαμεν εμείς οι πατέρες ομογνώμονες Ιερομόναχοι και Μοναχοί να γράψωμεν ο καθένας ιδιοχείρως εις τον κώδικα και λίμπρο του αυτού Μοναστηρίου δια να φαίνωνται και να γνωρίζονται όλοι οι κοινοβιάται της Ιεράς Μονής εις τον αιώνα τον άπαντα:  Ιακείμ Ιερομόναχος, Κωνστάντιος Ιερομόναχος, Σωφρόνιος Ιερομόναχος, Άνθιμος Σπεντζόπουλος Ιερομόναχος, Παρθένιος Ιερομόναχος, Παρθένιος Στραβοσκιάδης Μοναχός, αντάμα με τον γεροντά μου Παϊσιον όπου είμαστε εις τους Αγίους Αναργύρους, Πολύκαρπος από Μπαλιάγα Μοναχός, Παϊσιος από Σίτσοβα Μοναχός, Δαμιανός Μοναχός, Ιωαννίκιος Μοναχός, Γαβριήλ Μοναχός, Νεόφυτος Μοναχός».

Οι εργασίες για την ανέγερση του Μοναστηρίου άρχισαν το 1640 και τελείωσαν το 1645, που ολοκληρώθηκε η κατασκευή του Ναού. Ο ναός αυτός που τιμάται εις μνήμην της Κοιμήσεως της Θεοτόκου είναι κτισμένος στο κέντρο του Μοναστηρίου έχει σχήμα Σταυρού και ολόκληρος είναι στολισμένος με τοιχογραφίες άριστης τέχνης. Η επιγραφή που είναι χαραγμένη στο ξύλινο τέμπλο φανερώνει ότι αυτό ανακαινίσθηκε αργότερα. Η επιγραφή έχει ως εξής:  «ΑΝΗΓΕΡΘΗ  ΚΑΙ  ΑΝΕΚΕΝΙΣΘΗ  ΤΟ  ΤΕΜΠΛΟΝ  ΤΟΥΤΟ ΤΗΣ  ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ  ΘΕΟΤΟΚΟΥ  ΔΙΑ  ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ  ΚΑΙ  ΕΞΟΔΩΝ  ΤΩΝ ΛΟΓΙΟΤΑΤΩΝ  ΙΕΡΕΩΝ  ΚΑΙ  ΕΝΤΙΜΟΤΑΤΩΝ  ΑΡΧΩΝ  ΕΚ  ΧΩΡΑΣ  ΣΙΤΣΟΒΑΣ ΟΜΟΥ  ΜΕ  ΤΟΥΣ  ΠΑΤΕΡΑΣ  ΗΓΟΥΜΕΝΕΒΟΝΤΟΣ  ΤΟΥ  ΠΑΝΑΣΙΟΤΑΤΟΥ  ΚΟΥ  ΘΕΟΦΑΝΗ….»

Κάθε χρόνο στις 15 και 23 Αυγούστου που πανηγυρίζει το μοναστήρι εκτίθεται σε προσκύνημα η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας που βρέθηκε το 1867  από τον τότε Δήμαρχο Αλαγονίας Αναστάσιο Θεοφιλόπουλο.  Αυτός έκανε ανασκαφή στη θέση «Σιδεροβάγενο»  δύο χιλιόμετρα προς νότια του Μανδρακίου όπου επιστεύετο ότι υπήρχαν ερείπια παλαιού  Μοναστηριού που το έλεγαν «Χρυσοπηγή». Με την ανασκαφή αυτή απεκάλυψε την εικόνα της Παναγίας και μία λειτουργική λόγχη από ορείχαλκο.  Σήμερα η εικόνα αυτή που πιστεύεται ότι είναι έργο του Αποστόλου Λουκά έχει επαργυρωθεί και επιχρυσωθεί με δαπάνες ευλαβών χριστιανών που τρέχουν στην πανήγυρι της Παναγίας από όλα τα χωριά του Δήμου Αλαγονίας αλλά και από την Καλαμάτα παρά τις δυσκολίες της συγκοινωνίας για να προσκυνήσουν και να επικαλεστούν τη βοήθεια της Θεομήτορος.

Το μοναστήρι του Μανδρακίου είναι κτισμένο επάνω σε μικρό λόφο με ευρύτερο ορίζοντα του οποίου η περιφέρεια κατά τα τρία τέταρτα καλύπτεται από τα πυκνά δάση του βορείου Ταϋγέτου και κατά το ένα τέταρτο προς τα δυτικά είναι ανοιχτή προς το Μεσσηνιακό κόλπο που φαίνεται από το χώρο του Μοναστηρίου. Έχει θαυμάσιο κλίμα και είναι ιδεώδης τόπος διαμονής ιδιαίτερα το καλοκαίρι.  Γι’ αυτό ο αείμνηστος  Μητροπολίτης Μεσσηνίας Μελέτιος κάθε καλοκαίρι παρά τις μεγάλες δυσκολίες της συγκοινωνίας  επισκεπτόταν το Μαρδάκι και παρέμενε σε αυτό ένα μήνα.

Στη βάση του λόφου που είναι κτισμένο το Μαρδάκι υπάρχει μία βρύση με άφθονο τρεχούμενο νερό που πιστεύεται πως έχει και θεραπευτικές ιδιότητες. Αυτό το νεαρό το διοχέτευαν οι Μοναχοί σε δεξαμενή (χαβούζα) και με αυτό κινούσαν τον υδρόμυλο και πότιζαν τον λαχανόκηπο του μοναστηριού. Σήμερα με τα τεχνικά μέσα της εποχής το νερό αυτό μπορεί να φτάσει μέχρι το χώρο του μοναστηριού που στον καιρό της λειτουργίας του αρδευότανε από δεξαμενή (στέρνα) που βρισκόταν στο μέσο της κεντρικής αυλής και δεχότανε τα νερά της βροχής από τις στέγες των γύρω κελλιών.

Το Μαρδάκι δεν πατήθηκε ποτέ από τους Τούρκους και γι’ αυτό απόκτησε ακμή, δύναμη και πλούτο και στα χρόνια της δουλείας και της Επαναστάσεως του 1821 προσέφερε ανεκτίμητες υπηρεσίες στο Έθνος , γιατί, εκτός από τη μεγάλη του σημασία σαν Θρησκευτικό και πνευματικό κέντρο , χρησιμοποιήθηκε σαν ασφαλές και μόνιμο ορμητήριο κατά των τυράννων , σαν αποθήκη παντός είδους εφοδίων για τον αγώνα και σαν καταφύγιο των γυναικοπαίδων και ασθενών κατά τις φοβερές επιδρομές των Τούρκων και ιδιαίτερα του Ιμπραήμ.

Και η Φιλική Εταιρεία φαίνεται ότι είχε ισχυρή βάση στο Μαρδάκι , γιατί σε αυτό κάνανε της συναντήσεις και της συσκέψεις τους με ασφάλεια οι οπλαρχηγοί του αγώνα. Έτσι και στις 18 Μαρτίου του 1821 συναντήθηκαν εκεί οι τοπικοί αρχηγοί Νικηταράς, Παπαφλέσσας, Αναγνωσταράς, Κεφάλας και άλλοι με  πλήθος καπεταναίων και οπλοφόρων από τα γειτονικά πισίνα χωριά και τα σαμπάζικα. Από εκεί, αφού συνεννοήθηκαν με τον Πετρόμπεη και τον Κολοκοτρώνη, κατέβηκαν και πολιόρκησαν την Καλαμάτα, που την κατέλαβαν στις23 Μαρτίου 1821.

Για όλα αυτά δίκαια το Μαρδάκι μπορεί να χαρακτηριστεί σαν ένας από τους πολλούς «Βωμούς της ελευθερίας» που ίδρυσε μέσα στον Ελληνικό χώρο η αρετή των Ελλήνων. Γι’ αυτό ακριβώς το Μαρδάκι δικαιούται να χαρακτηριστεί σαν θρησκευτικό και ιστορικό μνημείο, που πρέπει να διατηρηθεί.

Σήμερα από το Ιερό και ιστορικό τούτο  Μοναστήρι σώζεται σε καλή κατάσταση  ο Βυζαντινός Ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, εις μνήμην της οποίας τιμάται και πανηγυρίζει στις 15 και 23Αυγούστου. Τα πλείστα από τα κελιά και λοιπά κτίσματα έχουν μεταβληθεί σε θλιβερά ερείπια. Ερημιά και θλιβερή σιωπή  βασιλεύει εκεί, όπου άλλοτε ήτανε τόσο ζωηρός ο παλμός Θρησκευτικής και Εθνικής ζωής.

Στην εσωτερική αυλή του Μοναστηρίου, που την είχαν καθαγιάσει οι ευλαβείς Ιερομόναχοι και Μοναχοί , που έζησαν εκεί, και οι γενναίοι οπλαρχηγοί , που εξώρμησαν από εκεί για τον αγώνα υπέρ της ελευθερίας, έμπαιναν πριν από λίγα χρόνια ανενόχλητα τα ζώα , που έβοσκαν γύρω από το μοναστήρι, γιατί η εξωτερική θύρα ήταν κατεστραμμένη. Τώρα το κακό έχει διορθωθή γιατί ο Παναγιώτης Γ. Χανδρινός , που καταγόταν από τη Σίτσοβα (νυν Αλαγονία), άφησε με τη διαθήκη του πέντε χιλιάδες (5000)  δολάρια για το Μαρδάκι, με τα οποία  εστερεώθηκε η εκκλησία και  εξασφαλίστηκε  από την υγρασία , κατασκευάσθηκε σιδερένια θύρα στην εξωτερική κυρία είσοδο και μικρή δεξαμενή στην πανηγυρίστρα, από όπου υδρεύονται οι προσκυνητές , που τόσοι πολλοί,  συρρέουν στις 15 και 23 Αυγούστου από όλα τα χωριά του Δήμου Αλαγονίας και την Καλαμάτα, για να προσκυνήσουν τη θαυματουργή Εικόνα της Παναγίας που την θεωρούν όλοι σαν κοινό Αλαγονιακό  προσκύνημα.

Τώρα μέσα στην ερημιά και στα ερείπια  υψώνεται ακέραιος  μονάχα ο καταστόλιστος  από τοιχογραφίες Ναός του Μαρδακίου. Στη Δυτική πλευρά του και δεξιά της εισόδου είναι εντοιχισμένα τα λείψανα του αοιδίμου Οικουμενικού Πατριάρχου Προκοπίου του Πελοποννησίου (1785-1789). Ο Πατριάρχης Προκόπιος πέθανε και ετάφη στη γενέτειρα του Σίτσοβα (νυν Αλαγονία). Από εκεί τα οστά του μεταφέρθηκαν στο Μαρδάκι και εφυλάσσοντο μέσα σε ξύλινη οστεοθήκη, που κάθε χρόνο κατά τη λειτουργία στις 15και 23 Αύγουστο, που πανηγυρίζει το μοναστήρι, την τοποθετούσαν μπροστά στο τέμπλο και κάτω από την εικόνα του Χριστού. Το 1927 με πρωτοβουλία του τότε Μητροπολίτου  Μεσσηνίας κυρίου Μελετίου  έγινε στο Μαρδάκι πάνδημο αρχιερατικό μνημόσυνο του Πατριάρχη και τα οστά του  ενετοιχίστηκαν τότε στη θέση, που βρίσκονται σήμερα. Επάνω  δε στη μαρμάρινη πλάκα, που καλύπτει την κρύπτη, γράφονται τα εξής :  «ΤΗΝ  ΚΟΝΙΝ  ΚΡΥΠΤΩ  ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ  ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ  ΕΚ  ΣΙΤΣΟΒΙΣ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ  ΕΝ  ΣΜΥΡΝΗ  ΠΡΟΕΧΕΙΡΙΣΑΤΟ  ΕΙΣ  ΔΙΑΚΟΝΟΝ  ΤΟΝ  ΕΙΤΑ ΔΙΑΔΟΧΟΝ  ΤΟΥΤΟΥ  ΚΑΙ  ΕΙΤΑ  ΕΘΝΟΜΑΡΤΥΡΑ  ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΝ  ΓΡΗΓΟΡΙΟΝ ΤΟΝ  Ε!  ΜΕΤΑ  ΠΕΝΤΑΕΤΗ  ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΑΝ  ΕΞΟΡΙΣΤΟΣ  ΕΝ  ΑΘΩ  ΚΑΤΗΛΘΕ ΤΕΛΟΣ  ΚΑΙ  ΕΤΕΛΕΥΤΗΣΕΝ  ΕΝ  ΣΙΤΣΟΒΗ  1803»

Αυτή είναι η ιστορία και η σημασία της εν τη  περιοχή του τέως Δήμου Αλαγονίας πάλαι ποτέ διαλαμψάσης ιεράς Μονής Μαρδακίου, ιστορία, που σήμερα προκαλεί θλίψη η ερημία και η εγκατάλειψη. Θα μπορούσε να λειτουργήση εκεί ένα θαυμάσιο φιλανθρωπικό ίδρυμα κοινής ωφελείας, μια και σήμερα υπάρχει ικανοποιητικό οδικό δίκτυο.Τέλος ας μην ξεχνάμε ότι το Μαρδάκι συγκινεί τους απανταχού Αλαγόνιους, όπου και αν ευρίσκονται, επειδή γι’ αυτούς ήταν, είναι και θα είναι πάντοτε «ΚΟΙΝΟ  ΑΛΑΓΟΝΙΑΚΟ  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ».

 

 

ΠΕΡΙΚΛΗ Π. ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ