Πήγα στα μπουλούκια τους το απόγευμα να τους δω. Βρήκα τους περισσότερους. Ήρεμοι, και ο καθένας με τον τρόπο του, προσπαθούσαν να συγκεντρωθούν. Λίγο αμήχανοι στην παρουσία μου αλλά φιλικότατοι. Ο Κυριάκος και το μπουλούκι του άκουγαν δυνατή μουσική και αστειεύονταν. Ο Χρήστος και ο Νίκος πίνανε καφεδάκι με μεγάλη παρέα. Ο Γιώργης και οι Σαλπιστές του μαζεύονταν. Μπήκα στο κονάκι τους και είδα παλιές φωτογραφίες. Τα δυο τελευταία χρόνια δεν έριξαν λόγω πένθους για τον Βασίλη. Ο Κώστας στον άγιο Σίδερη τριβέλιζε τις σαΐτες. Κάθισα να πιώ ένα ποτήρι κρασί μαζί του. Ο Καπετάνιος προσέχει το μπουλούκι του. Μίλαγε μαζί μου και με την άκρη του ματιού του έλεγχε τους άντρες του. Έριξαν μια δοκιμαστική. «Πέρυσι είχαμε καλύτερο μπαρούτι, θα δούμε…». Τους ευχήθηκα και έφυγα. Πήγα στο γήπεδο νωρίς. Μόνο οι Ζωάκηδες ήτανε εκεί και στήνανε ηχεία. Και ο Σωτήρης ο Μιχαλόπουλος. Πρόσβαρος και λιγομίλητος μάγκας.
Άρχισε νάρχεται κόσμος. Και τα μπουλούκια. Ήρθαν οι Σαλπιστές του Πετάλου. Σημαιοφόρος, ο εγγονός του συχωρεμένου του Βασίλη του Ρομπόγλου. Και ο Αργύρης ο φίλος μου μαζί τους. Ήρθε και το «Κρυφό Σχολειό» με τους Ζησιματέους, τον Κούλη και τον Παντελή. Μαζί τους ο «Νικηταράς» με το Γιάννη τον Βαρελά. Κοινό μπουλούκι και μάγκες ξαναμμένοι. Ήρθαν οι «Πρωτοπόροι» του αγίου Σίδερη με τον καπετάν Κώστα τον Σωτηράκο. Σημαία Ελληνική και Μανιάτικη. «Νίκη ή θάνατος» η μανιάτικη.
Οι Μανιάτες ελεύθεροι ήταν πάντα. Το «Ελευθερία ή θάνατος» ήταν μόνο γι αυτούς που ήταν σκλαβωμένοι, όχι για τους Μανιάτες. Ο γιός του καβάλα στο άτι του. Συμβολισμό είδα εδώ. Αδάμαστο «άτι» η σαΐτα, δαμασμένο και υπάκουο το άλογο που περήφανα περιφέρθηκε στο γήπεδο. Ήρθε ο αδελφικός φίλος του καπετάνιου ο Μάκης ο Κουλούρης. Ο Κώστας και ο Μάκης. Σκληροί μάγκες με καρδιά μικρού παιδιού. Με τα αστεία τους και αλληλοπειράγματά τους. Γέλια ξεκαρδιστικά.
Χαλαρώνεις και ξεχνάς πως σε λίγο θα «πολεμήσεις». Όλοι με τα καθαρά τους ρούχα, συγυρισμένοι, ξυρισμένοι. Σαν τους Σπαρτιάτες πριν τη μάχη. Κι ο Σωτηράκος Μανιάτης είναι και η μανιάτικη αρετή και συμπεριφορά πέρασε στην οικογένειά του και στο μπουλούκι του. Στην αρχαία Σπάρτη όλα λειτουργούσαν σε σχέση με το σύνολο. Το «εγώ» δεν είχε καμία σημασία αν δεν συνδεόταν με το κοινό καλό και την Αρετή. Και τι εννοούσαν όταν μιλούσαν για Αρετή. «Το να σηκώνεσαι να κάθεται ο γεροντότερος, να βοηθάς τον «αδύνατο», να είσαι φιλόξενος με τον ξένο, να είσαι λιτοδίαιτος και να απέχεις από αχαλίνωτες σωματικές απολαύσεις, να ασκείς το σώμα και το πνεύμα, να μιλάς σωστά, ευθεία και περιεκτικά, να περιφρονείς τον απατεώνα και έκφυλο, όσο λαμπρός και αν φαίνεται, να περιφρονείς το χρήμα και τον υλικό πλούτο σε σχέση με τον ψυχικό και πνευματικό και τόσα άλλα (όσα δηλαδή απαρτίζουν την Αρετή και τον εξανθρωπισμό και όχι τον λεγόμενο «πολιτισμό»)».
Αυτά και τόσα άλλα είναι η κληρονομιά που άφησαν οι Λάκωνες στην οικουμένη. Αλλά δυστυχώς το «γραικύλικο» πνεύμα δουλεύει εις βάρος του λακωνικού. Το λακωνικό πνεύμα το συνάντησα στο μπουλούκι του καπετάν Κώστα.
Αργότερα ήρθε τα μπουλούκια το «Κούγκι» και ο «Αγιάννης», κοινό μπουλούκι και αυτό. Οργανωμένοι, μεγάλο μπουλούκι, με το λάβαρό τους-σημαία ελληνική- και τους συνοδούς του. Ο καπετάν Χρήστος ο Σαμιώτης ήρεμος και γελαστός. Η ευθύνη απέναντι το μπουλούκι του. Ό,τι χαρμάνια τους έφτιαξε αυτό το σκοπό έχουν. Να τηρήσουν το έθιμο και να φύγουν γεροί. Ήρθαν και οι Φυτειώτες, το «Μπουλούκι της Φυτειάς», Μάρκος και Καραβλίδης καπετανέοι.
Άλλοι ξεμπράτσωτοι, άλλοι «στρατιώτες», πουκάμισα, μπλούζες, φούτερ και μακό, άρβυλα και νάϊκι ανακατεμένα με σκαρπίνια και παντοφλέ. Ταγάρια πολύχρωμα με σαΐτες, τραγιάσκες, και σκούφοι μαζί με μπερέδες και μαντήλια. Και γαρύφαλλα, άλλα στις τραγιάσκες και άλλα στο τσεπάκι στο μέρος της καρδιάς. Και αποφασιστικότητα.
Η κλήρωση είχε γίνει και όλοι ήξεραν τη σειρά τους. Στο κύκλο, μοίρασμα αβιζιώτη, βαθειά ρουφιξιά και «πάμεεεεε». ΣαϊτοΦωνές από 7 και πάνω, βουή φοβερή, κάπνα, φωτιά λάβα, το σώμα στο ρυθμό του, τα χέρια συνδυασμός «ρίχνω, βγάζω, ξεβουλώνω, φουντώνω, ρίχνω», η ένταση, τα μάτια καρφωμένα μπροστά, έκσταση, το μυαλό τσιμεντωμένο στην τελετουργία, η χαμένη φωτιά, ο φίλος να μου δώσει, να με προσέξει, να με φροντίσει, τι κάνουν οι άλλοι, πάει καλά το μπουλούκι μου, η τελευταία που ρίχνω, και του χρόνου εδώ. Και η θυσία. Παλιοί σαϊτολόγοι τώρα μοιράζουν αβιζιώτη και προσέχουν από κοντά τα παρθενάκια, να μπει η νέα γενιά και νάχουν σιγουριά στη φροντίδα. Μπράβο τους.
Το τέλος, αγκαλιές και φιλιά όλοι και μέσα στο μπουλούκι και με τους άλλους. Αγιαννήτες αγκαλιά με τους Αγιοσιδεριώτες, Φυτειώτες ευχές με τους Ραχιώτες, οι Σαλπιστές του Πετάλου φιλιά με όλους. Πάει καλά μάγκες. Ξεχάστε ό,τι σας στεναχώρησε και σας πίκρανε.
Τα μειράκια σε όλα τα μπουλούκια πήραν το βάπτισμα. Μικρούλια, μεγαλύτερα και μεγάλα, με πάθος και μεράκι τις έριξαν μοναχά τους ή με μικρή βοήθεια. Ιδιαίτερη μνεία στο Σπύρο Ζησιμάτο, το γιό του Παντελή και εγγονό του αείμνηστου καπετάν-Σπύρου.
Μειράκια με λάβαρα, παρέα στον πατέρα, γυναίκες καμία-κάνα δυο κοριτσάκια-ο Μιχάλης με την κάμερα-, ο Κόσσυβας με την φωτογραφική τράβαγε καϊνάρια στιγμές που διάλεγε λόγω εμπειρίας, κάτι άλλοι επαγγελματίες φωτογράφοι τραβάγανε ό, τι έπεφτε μπροστά τους (πήρανε και πουρούχες) και η Γιούλα η Σαρδέλη με την φωτό από κοντά ατρόμητη, αλληλοευχηθήκαμε εν μέσω καπνών «να βοηθήσω, θα μπω στον εσωτερικό» τόλμησα να προτείνω. Με κοίταξε άγρια και αμίλητη έφυγε να κάνει τη δουλειά της. Ξέρει αυτή γιατί έβλεπε τις ψυχές των σαϊτοφόρων αναμμένες. Και ο Νίκος του «Φάρις» εκεί. Μόχθησε με τον δικό του τρόπο και με βάση τις συνθήκες του Δήμου. Φτωχή μεν, αλλά βοήθεια. Και προσπάθεια οργάνωσης εκεί που δεν μπαίνουν καλουπιάσματα. Και συνθηματικά κείμενα. Και άκακα λαθάκια. Και αγωνία. Καλή η εξέλιξή του, άντε και μόνιμα να ξεκόψει από τις «σπανοβαγγελίτσες» και να λαϊκοποιηθεί. Μακάρι να μη κάνω λάθος.
Άντε μάγκες και του χρόνου. Ελπίζω όχι σε βάρκες στο λιμάνι. Μη σας κάνει και ατραξιόν ο δήμαρχος. Μη σαν δώσει βορά στους άπληστους επαγγελματίες του τουρισμού. Γιατί εσείς δεν προσφέρετε θέαμα στους τουρίστες. Δίνετε ζωή στις φλεγόμενες ψυχές σας, ξυπνάτε τις κοιμισμένες αστικές συνειδήσεις μας και κάνετε μνημόσυνο στους παλιούς σαϊτολόγους τον Καρνέρη, τον Κατασχετή, τον Χαλέ, τον Καλαμάτα, τον Γαλλικό, το, Μανδραγούδα, τον Κουραμάνα, τον Δικαιάκο, τον Αγγελέα, τον Κουμουντούρο, τον Νικητάκη, τον Πετρόγιαννη, τον Κοτζαμάνη, τον Παπαδάκο και τόσους άλλους. Οι ψυχές τουτονώνε των αντρών χαίρονται που συνεχίζετε τον αγώνα τους και σας ευλογάνε σαν γνήσιους αδάμαστους άνδρες καλαματιανούς.-
Χρήστος Νικ. Ζερίτης