ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΝΑΛΑΓΟΝΙΑΚΑ ΝΕΑ ΤΕΥΧΟΣ 140 ΣΕΛΙΔΑ 10
Τότε, το ημερολόγιο, έδειχνε, 27 Ιουλίου. Φέτος, έδειχνε, 23 Αυγούστου. Εννιά χρόνιά περάσανε από τότε και είκοσι εφτά ημέρες. Για τη μεγάλη πυρκαγιά του 1998 ο λόγος, και για την αντίστοιχη φετινή. Καταστροφική και τότε η πυρκαγιά, καταστροφικότερη η φετινή. Πήρε κι άφησε η τότε, και ό, τι είχε απομείνει, από τότε, εξαφανίστηκε φέτος.
Πρώτες μεταμεσημβρινές ώρες της 23ης Αυγούστου, φάνηκαν οι πρώτοι καπνοί, στην Περιοχή του Λαδά.
Είπαν ότι κάποια «γιαγιά» όπως έγραψαν οι εφημερίδες, άναψε φωτιά, για να κάψει λίγα ξερόκλαδα στο αμπέλι της, και γρήγορα η φωτιά αυτή, ξέφυγε από τον έλεγχό της. Βοηθό και σύμμαχό της η φωτιά, είχε τον δυνατό άνεμο, άνεμο φοβερής δύναμης, που, όμως ακούσαμε και όπως από δική μας πείρα γνωρίζουμε, (γιατί κατά το χρόνο υπηρεσίας μας στο Κρατικό Ξυλοπριστήριο της Αρτεμισίας, είχαμε υπηρετήσει και ως παρατηρητής Πρακτικής Μετεωρολογίας), κατά το πενταήμερο που η φωτιά μαινόταν και κατάκαιγε την ευρύτερη περιοχή της Αλαγονίας, έφτασε και τα εννιά μποφόρ.
Εκτός από τη λεκάνη, που μέσα της είναι τα χωριά, Τσερνίτσα (Αρτεμισία) Μικρή Αναστάσοβα (Πηγές) και Σίτσοβα (Αλαγονία), έκαψε και τις περιοχές Λαδά (απ’ όπου και ξεκίνησε) και Καρβελιού. Στους ώμους μας βαστάμε αρκετά χρόνια ζωής. Κατά τη διάρκεια αυτή, είδαμε πυρκαγιές και πυρκαγιές. Ποτέ όμως δεν είχαμε ιδεί να καίγεται το Καρβελιώτικο βουνό ο Αρμένης όπως το ξέρουμε εμείς, ούτε το Τσερνιτιώτικο βουνό του Άη Γιώργη.
Φέτος όμως, και ο Αρμένης πλήρωσε βαρύ φόρο στην πυρκαγιά, και αφού τον σάρωσε, ξεχύθηκε και πίσω από το βουνό αυτό προς τα όρια της Γιάννιτσας. Απειλήθηκε το μοναστήρι της Δήμιοβας. Εκκενώθηκε από τις μοναχές που εγκαταβίωναν σ’ αυτό, και τελικά μέχρι τώρα ακόμη δεν ξέρουμε αν έπαθαν ζημιές τα κτίσματα του. Ακόμα, και σήμερα, δεν έχουμε σχηματίσει, σαφή εικόνα για τα ενγένει κτίσματα που καταστράφηκαν, έξω από την στενότερη περιοχή του χωριού μας.
Η πυρκαγιά στην περιοχή μας έσβησε από τις 27 Αυγούστου. Τη στέγη του Ξυλοπριστηρίου Αρτεμισίας, που καταστράφηκε από την πυρκαγιά αυτή, πριν λίγες μέρες την είδαμε. Πολύ ξερό και Θερμό το φετινό καλοκαίρι, και με απανωτές περιόδους καύσωνα και στην Περιοχή μας ακόμα, η πυρκαγιά λοιπόν, αφορμή γύρευε να πιάσει.
Η αφορμή δόθηκε, όλα τα υπόλοιπα πήρανε το δρόμο τους σαν να ήταν προδιαγεγραμμένα. Να φανταστεί κανείς, (όποιος δεν το είδε), ότι ο άνεμος ήταν αντίθετος. Φυσούσε βόρειος, και η πυρκαγιά ερχόταν κατά το βορρά. Αργά, σταθερά. Αργά και σταθερά, κατακαίγοντας στο πέρασμά της, το έδαφος, και φοβόμαστε και σε μεγάλο βάθος, και μη αφήνοντας κάτι που να δείχνει ότι, εκεί ήταν κάποιο φυτό, κάποιο δέντρο. Τον Αρμένη ποτέ δεν τον είδαμε να καίγεται, όπως και το βουνό το Αη- Γιώργη, στην Τσερνίτσα. Φέτος και αυτό το βουνό κάηκε. Όπως το βλέπουμε από δω, το μισό έχει καεί.
Η οικολογική καταστροφή είναι ανυπολόγιστη. Και οι οικονομικές συνέπειες επίσης μεγάλες. Σπίτια, καταστήματα, ελαιόδεντρα, οπωροφόρα δέντρα, θύματα της λαίμαργης λαίλαπας, που λέγεται πυρκαγιά. Στο χωριό μας, σπίτια που καταστράφηκαν, είναι: στη Συνοικία Μαχαλά, το Οιοφιλέϊκο του Γιώργη του Χριστοδουλάκη, Το Μαστρογιαννοπουλέϊκο, και του Χρήστου του Σκαφιδά στο Κάτω μέρος της συνοικίας. Του Γιώργη του Σκαφιδά και των αδελφών Παρασκευής και Πότας Σκαφιδά και το Ψυχογέϊκο (κληρονόμων Διονύση Ψυχογιού) στο πάνω μέρος της. Των αδελφών Παναγιώτη και Σωτήρη Παπαβασιλόπουλων, των ξαδέρφων Δημήτρη και Αντρέα Ροβολή στην Απάνω Μεριά, και στην Κάτω Μεριά, Το Κωνσταντακέϊκο, και του Νίκου του Σπυρή. Και τι ειρωνεία για το σπίτι του Νίκου του Σπύρη. Ήταν καινούργιο, και ο Νίκος δεν είχε προλάβει να «μπει μέσα» που λέμε.
Επίσης, κάηκε και η στέγη του σχολείου. Και στο νου μας έρχεται η προσπάθεια αειμνήστων συμπατριωτών μας στις Η.Π.Α. που στις αρχές της δεκαετίας του 1950, έκαναν έρανο και τα χρήματα του εράνου αυτού τα έστειλαν εδώ και φτιάχτηκε το σχολείο αυτό. Στη Μικρή Αναστάσοβα, (Πηγές) κάηκαν και κει καμιά δεκαριά σπίτια. Στην Τσερνίτσα, (Αρτεμισία) κάηκε η ταβέρνα Άρτεμις και η κενή αποθήκη Κασσιανής Κακαρέα, πάνω στον Εθνικό δρόμο Καλαμάτας — Σπάρτης. Σπίτια δεν ξέρουμε μέχρι ώρας αν κάηκαν. Στο Λαδά, κάηκαν καμιά δεκαπενταριά όπως ακούσαμε, και πέντε — έξι στο Καρβέλι.
Βρήκαμε και την εφημερίδα του Συλλόγου μας της περιόδου Ιούλιος — Αύγουστος 1998 και τι βλέπουμε σ’ αυτήν;
Όλη αφιερωμένη στην τότε καταστροφή της ίδιας περιοχής, από την ίδια αιτία. Βλέπουμε μέσα σ’ αυτήν, συσκέψεις που έγιναν τότε, προτάσεις, επισημάνσεις, για να μην επαναληφθεί το φαινόμενο, αλλά δυστυχώς, όλα ένα γράμμα κενό φάνηκαν αφού το φαινόμενο αυτό επαναλήφθηκε και μάλιστα εντονότερο. Στην ίδια αυτή εφημερίδα, συμπεριλαμβάνονται όμως ξεσπάσματα πόνου και θλίψης. Το ποίημα της συμπατριώτισσάς μας Τασίας Χριστοδουλάκη, για τον πληγωμένο Ταύγετο. Εκθειάζει τις ομορφιές του και τον προτρέπει, να κάνει κουράγιο, να ξανανθίσει και να ξαναβρεί τα ωραία του τα κάλλη.
Και πράγματι, σαν να είχε ακούσει την προτροπή αυτή ο περήφανος και φιλότιμος Ταύγετος, γρήγορα θα γίνει όπως Πρώτα. Στο ίδιο φύλλο, άλλος ταχτικός συνεργάτης, γράφει και θρηνεί σαν άλλος Ιερεμίας. Όπως ο μέγας αυτός Προφήτης θρηνεί την ερήμωση της πόλης του της Ιερουσαλήμ από τους Βαβυλωνίους, έτσι και συνεργάτης αυτός θρηνεί με τον τρόπο του την καταστροφή. Σήμερα πώς να θρηνήσει; Σήμερα τι μπορεί να ειπεί, που η καταστροφή είναι πολλαπλάσια; Όχι, όμως. Ο πόνος και ο Θρήνος, ας δώσουν Θέση σε μια απόφαση. Όπως ο Φοίνικας το μυθικό πουλί ξαναγεννιέται μέσα από τις στάχτες του, έτσι και μεις, όλοι μαζί και ο καθένας χωριστά ας ενώσουμε τις δυνάμεις μας και ας πάρουμε τη μεγάλη απόφαση να ξαναγεννηθεί ο τόπος αυτός. Τα χωριά μας, και ο περήφανος Ταΰγετος, ας γίνουν όπως πρώτα, πριν από την επέλαση της φοβερής αυτής λαίλαπας, και ας είμαστε σίγουροι ότι Θα πετύχουμε και Θα πετύχουμε. Και έτσι, και η προτροπή της παραπάνω συμπατριώτισσάς μας, και η ευχή της προς τον Ταύγετο,… Κάνε κουράγιο, υπομονή.. Θα ξανανθίσεις πάλι… .κ.λ.π. θα γίνει μια πραγματικότητα, και η ευχή αυτή Θα βρει την πραγμάτωσή της.
Εγράφομεν εν Αλαγονία την 1ηνΣειπεμβρίου 2007.