Έτσι μου στάθηκε ο Ταΰγετος
Έτσι μου στάθηκε ο Ταΰγετος: όπως η κόρφος της μητέρας μου.
Με πότισε γαλάζιο, αψύ αίμα, ήλιο και πράσινο
ως να μου δέσει την ψυχή όπως την πέτρα του
ως να χαράξει στην καρδιά μου τις βαθιές χαράδρες του
να σχηματίσει μες στη ζωή μου δώδεκα κορφές
να βγαίνω απάνω με μοναδικό μου όνειρο τον ήλιο.
Με δίψα μου μοναδική τον ήλιο.
Δίψα βαθιά σαν ωκεανό,
ψηλότερη κι απ’ το φεγγάρι.
Δίψα που να την λυπηθεί ο Θεός!
Γύρω τριγύρω στην καρδιά μου τα γεράνια στέφανα των γκρεμνών του
ρωγμές για ζώα, νεροσυρμές ελάτια κι αγριοπερίστερα.
Κ’ ένας αητός απάνω μου να σπαθίζει τα σύννεφα.
Κ’ ένας αητός απάνω μου να σκάφτει τις βροντές
Ζητώντας να ‘βρει μέσα τους ένα σπινθήρα!
Έτσι μου στάθηκε ο Ταΰγετος όσο να γεννηθούνε
Τα δυο παιδιά του Θεού μέσα μου: η Ποίηση και η Αγάπη!